Πολλές φορές η έκθεση ενός ατόμου σε κάτι ανόμοιο με τον ίδιο και φυσικά η άγνοια του ως προς αυτό ωθεί μερικούς σε εναντιωματικές συμπεριφορές, αδιαφορία ή ακόμα και φόβο. Και εκεί, θεωρώ, πως αποσκοπεί η ύπαρξη μιας παγκόσμιας ημέρας αφιερωμένη σε ένα συγκεκριμένο θέμα. Αυτό ακριβώς αναζητά και η παγκόσμια ημέρα τραυλισμού στις 22 Οκτωβρίου, δηλαδή μια ευκαιρία παραπάνω να ακουστεί στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο η ύπαρξη του τραυλισμού, να υπογραμμιστούν βασικά στοιχεία του και να ευαισθητοποιηθεί μια μερίδα του πληθυσμού με αποτέλεσμα η άγνοια ή η ημιμάθεια να αντικατασταθούν με την γνώση, την αποδοχή και το σεβασμό στα παιδιά και τους ενήλικες που τραυλίζουν.
Τι είναι, λοιπόν, ο τραυλισμός;
Σύμφωνα με τον παγκόσμιο οργανισμό υγείας (W.H.O.) ο τραυλισμός ορίζεται ως μια διαταραχή στον ρυθμό της ομιλίας κατά την οποία το άτομο γνωρίζει ακριβώς τι θέλει να πει, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν είναι σε θέση να το πει, εξαιτίας μιας ακούσιας επαναληπτικής επιμήκυνσης ή παύσης ενός φθόγγου.
Αναλύοντας περαιτέρω το τελευταίο κομμάτι του ορισμού, ας γνωρίσουμε τα χαρακτηριστικά του φαινότυπου του τραυλισμού ο οποίος κατηγοριοποιείται στις πρωτογενείς και στις συνοδευτικές αντιδράσεις.
Οι πρωτογενείς αντιδράσεις χωρίζονται:
στα πρωτεύοντα συμπτώματα τα οποία αποτελούν την:
-Επανάληψη φωνήματος (π.χ. τ-τ-τ-τ- τι θέλεις;)
– Επανάληψη συλλαβής (π.χ. τι θε-θε-θέλεις;)
– Επανάληψη μονοσύλλαβης λέξης (π.χ. τι-τι-τι θέλεις;)
– Επανάληψη φράσεων (π.χ. θέλω να-θέλω να πάω σινεμά)
και στα δευτερεύοντα συμπτώματα όπως:
– η επιμήκυνση φωνήματος (π.χ. τιιιι θέλεις;)
-τα μπλοκαρίσματα (π.χ. τι θ….(παύση) έλεις;)
Οι συνοδευτικές αντιδράσεις που προαναφέρθηκαν παραπάνω αποτελούν μια προσπάθεια, τη στιγμή που συμβαίνει μία από τις πρωτογενείς αντιδράσεις, από το ίδιο το άτομο να διαφύγει από αυτές. Γι’ αυτό μπορούμε να τις χαρακτηρίσουμε και συμπεριφορές διαφυγής. Ενδεικτικά κάποιες από αυτές μπορεί να είναι:
– Έντονο κλείσιμο των ματιών
– Μυϊκή ένταση κυρίως στη περιοχή του λαιμού/προσώπου
-Αύξηση του ρυθμού ομιλίας
Σε αυτό το σημείο να ξεκαθαρίσουμε πως ο αναπτυξιακός τραυλισμός δεν αποκτάται κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ατόμου, δεν ¨κολλάει¨ και δεν μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο. Η εμφάνιση του παρατηρείται, κυρίως, στις ηλικίες από 2 έως 5 ετών. Και τονίζω πως η προδιάθεση για τον τραυλισμό σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει, και εξαρτάται από άλλους παράγοντες αν και πότε θα πυροδοτηθεί η έναρξη του και με ποιο φαινότυπο. Μετά από έρευνες μπορούμε με ασφάλεια να συνδέσουμε την προδιάθεση εμφάνισης δυσροής στην ανάπτυξη ενός παιδιού με το γενετικό του υλικό. Πιο απλά, η κληρονομικότητα φαίνεται να έχει σημαντικό ρόλο αλλά όχι και τον μοναδικό καθώς η αιτιολογία της διαταραχής αυτής θα ήταν πιο εύλογο να χαρακτηριστεί ως πολυπαραγοντική.
Επιπλέον, αληθεύει πως υπάρχουν πολλά σημεία διαφοροποίησης της εγκεφαλικής δραστηριότητας και της ανάπτυξης συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου σε άτομα με τραυλισμό. Πιο συγκεκριμένα, οι Walkins et al (2008,2005), χρησιμοποιώντας μέσα απεικόνισης εγκεφάλου, παρατήρησαν υπερδραστηριότητα σε συγκεκριμένα σημεία σε σχέση με την υποδραστηριότητα που σχετίζεται με τους ομιλητές χωρίς τραυλισμό. Οι περιοχές του εγκεφάλου που χαρακτηρίστηκαν ως ¨υπερδραστήριες¨ περιείχαν τα φλοιώδη και τα υποφλοιώδη νευρικά συστήματα που υποστηρίζουν την επιλογή, την έναρξη και την εκτέλεση της κινητικής ακολουθίας για την ευχερή παραγωγή ομιλίας.
H αποδοχή του ατόμου που τραυλίζει
Έχοντας ξεκαθαρίσει κάποιους από τους βασικούς πυλώνες του τραυλισμού πιστεύω πως εξίσου σημαντικό είναι το ζήτημα της αποδοχής, όχι με την έννοια του συμβιβασμού αλλά υπό το πρίσμα της απόλυτης συμφιλίωσης. Και για τους θεραπευτές που ασχολούνται με τον τραυλισμό και για το ίδιο το άτομο αλλά και για τους κηδεμόνες του ατόμου είναι καίριας σημασίας η αποδοχή του προσώπου που τραυλίζει. Και δεν αναφέρομαι στην αποδοχή της διαταραχής, γιατί το άτομο με όλα τα θετικά ή αρνητικά σημεία που τον χαρακτηρίζουν και τον διαμορφώνουν, έχει και άλλο ένα κομμάτι στην ¨τσέπη¨ της πορείας του, τον τραυλισμό. Αποτελεί και αυτός ένα κομμάτι του συνόλου του.
Αναφέρομαι στην αποδοχή του ατόμου που τραυλίζει [person who stutters]. Ο παραπάνω όρος, μάλιστα, προέκυψε από την προσπάθεια κλινικών διαφόρων ειδικοτήτων να χρησιμοποιείται η ανθρωποκεντρική έκφραση. Δηλαδή, για ένα άτομο που τραυλίζει να μην χαρακτηρίζεται stutterer αλλά person who stutters (ένας άνθρωπος με τραυλισμό, ένα παιδί με τραυλισμό). Μεταφρασμένο αυτό στα ελληνικά δεδομένα, προτιμότερο θα ήταν να μην χαρακτηριζόταν μια γυναικά, για παράδειγμα, αυτιστική αλλά ένα άτομο/μια γυναίκα με αυτισμό. Με αυτόν τον τρόπο δίνουμε έμφαση στην αξία του ίδιου του ανθρώπου και όχι στην διαταραχή του.
«Persons with speech disorders…have traditionally known the scorn, ridicule and even revulsion of their society.»
με ελεύθερη μετάφραση
«Άτομα με διαταραχές λόγου και ομιλίας… γνωρίζουν παραδοσιακά την περιφρόνηση, τη γελιοποίηση ακόμη και τον εκφοβισμό της ίδιας της κοινωνίας τους.»
Γράφτηκε από έναν άνθρωπο που πορευόταν σε όλη του ζωή προσπαθώντας να κατανοήσει την ικανότητα του να μιλάει, ένα άτομο που είχε διαγνωσθεί με τραυλισμό.
Wendell Johnson (1906-1965) Ψυχολόγος